Καθηγητή Κλασικής Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο
Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Προέδρου του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας
Η ΑΞΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ
ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΑΙ Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥΣ
ΣΤΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
(I) Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ
ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ
Η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και γραμματείας
στη Μέση Εκπαίδευση είναι εξαιρετικά χρήσιμη, επειδή:
(α) Προσφέρει
βαθύτερη γνώση των ριζών και της παράδοσης του ευρωπαϊκού πολιτισμού, καθώς
ο τελευταίος βασίστηκε στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό και εξακολουθεί να
διατηρεί ενεργά πολλά στοιχεία του. Π.χ.
· Η αρχαιοελληνική μυθολογία (ουσιαστικά ένα
φιλοσοφημένο βλέμμα στις δυνάμεις της φύσης και του κόσμου, όχι με την
αφηρημένη συλλογιστική τους, αλλά με τις απτές συγκεκριμένες μορφές που έπλαθε
ο κοινός άνθρωπος) αποτέλεσε ένα από τα σταθερότερα διαχρονικά σημεία
αναφοράς για την ευρωπαϊκή τέχνη, και δη την πλέον σύγχρονη,
· Τα αρχαιοελληνικά λογοτεχνικά είδη και γένη
(το έπος, η λυρική ποίηση και το δράμα στην ποίηση ∙ και η ιστοριογραφία, η
ρητορική και η φιλοσοφία, στην πεζογραφία) αποτέλεσαν, κυρίως από την
Αναγέννηση και μετά, τα πρότυπα με βάση τα οποία αναπτύχθηκε και εξελίχθηκε η
ευρωπαϊκή λογοτεχνία,
· Η
ανάπτυξη των εικαστικών τεχνών και της αρχιτεκτονικής, κατά την Αναγέννηση,
στηρίχθηκε στη δημιουργική μίμηση των αντίστοιχων αρχαιοελληνικών προτύπων,
· Οι έννοιες και οι προβληματισμοί της αρχαιοελληνικής φιλοσοφικής
παράδοσης αποτελούν τη βάση του
νεότερου φιλοσοφικού στοχασμού (και διατηρούν πάντα την αξία τους, κ α ι σε
σχολικό περιβάλλον, διότι επιπλέον δείχνουν και το πώς οφείλει να αρχίσει
να συζητά κανείς γόνιμα και παραγωγικά τέτοια περίπλοκα θέματα, με τρόπο απλό
–και όχι απαράδεκτα απλουστευτικό),
· Το ίδιο το εννοιολόγιο των επιστημών και η θεμελίωσή
τους χωρίς την οποιαδήποτε θεολογική ή μεταφυσική εξάρτηση, αλλά με βάση
μόνον το ανθρώπινο μέτρο και τη δική του αδέσμευτη λογική, συντελέστηκε στην
αρχαία Ελλάδα και παρελήφθη στη Δύση κατά τα νεώτερα χρόνια,
· Άλλες κεντρικές αξίες του αρχαιοελληνικού πολιτισμού – όπως ο
ανθρωπισμός, η πολιτική ελευθερία, η δημοκρατία, ο κριτικός στοχασμός –
δημιουργήθηκαν στην Ελλάδα και δεν έχασαν ποτέ τη σημαντική θέση τους στον
ευρωπαϊκό πολιτισμό.
(β) Ο αρχαίος
πολιτισμός αναπτύσσει την κριτική σκέψη των μαθητών: διότι τους φέρνει σε
επαφή με έναν «άλλο» πολιτισμό και κόσμο, και με την τριβή μαζί του, και με
μέτρο τον ίδιο τον άνθρωπο και μόνον, αποκαλύπτουν την ταυτότητα κάθε λαού και
οδηγούνται στην αυτογνωσία και αυτοσυνειδησία. Γιατί τίποτε δεν ορίζεται
πραγματικά, παρά εκ του αντιθέτου. Είναι γι’ αυτό που ο ελληνισμός
χρησιμοποιήθηκε ως η λυδία λίθος για όλες τις μορφές ευρωπαϊκής εκπαίδευσης.
Πράγματι, έτσι ακριβώς αξιοποίησαν τον ελληνικό πολιτισμό όλα τα μεγάλα
κινήματα του ευρωπαϊκού πολιτισμού, η Αναγέννηση του 15ου αιώνα, η κατοπινή
Μεταρρύθμιση και η Αντιμεταρρύθμιση, όπως και ο δεύτερος Ουμανισμός του τέλους
του 18ου/αρχών του 19ου αιώνα. Με τη γενίκευση μάλιστα της εκπαίδευσης που
συντελέστηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα στη Δύση, βρέθηκαν αίφνης τα
ελληνικά γράμματα να διδάσκονται όχι σε μικρές ελίτ όπως έως τότε, αλλά σε όλα
τα παιδιά όλων των σχολείων της Δύσης. Και γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο ότι τότε
γνώρισαν πρωτοφανή άνθηση οι κλασικές σπουδές και επεκτάθηκαν σε όλο τον κόσμο
με τη μια ή την άλλη μορφή, αγκαλιάζοντας και επηρεάζοντας όλες τις μορφές
πνευματικής δημιουργίας και ζωής: από τις εικαστικές και άλλες τέχνες (και την
αρχιτεκτονική) και τα γράμματα, ως τις επιστήμες. Και σήμερα ακόμη, πάσης
φύσεως αντικείμενα του καταναλωτικού πολιτισμού (ακόμη και εμπορικές φίρμες)
ονοματίζονται με αρχαίες λέξεις –διότι ανακαλούν την αύρα ενός ευγενούς
παρελθόντος.
(γ) Ειδικά για τους Έλληνες μαθητές:
· Η εξοικείωση με τον αρχαίο ελληνικό
πολιτισμό αποτελεί απαραίτητο στοιχείο της εθνικής τους συνείδησης, της
ταυτότητας, η οποία δεν μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς την ενεργό γνώση του
παρελθόντος.
· Η
γνώση της αρχαίας ελληνικής τούς προσφέρει πληρέστερη γλωσσική επίγνωση και
βαθύτερη κατανόηση της δικής τους γλώσσας, της νέας ελληνικής, καθώς τους
επιτρέπει να κατανοήσουν τη διαχρονική και νομοτελειακή εξέλιξη της ελληνικής
γλώσσας (πίσω και πέρα από κάθε διαλεκτική διαφορά): αφενός να αντιληφθούν
ιστορικά --άρα γενετικά και ακριβέστερα-- τις γραμματικές και συντακτικές δομές
της νέας ελληνικής (σε διαρκή σύγκριση με εκείνες της αρχαίας), και αφετέρου να
παρακολουθήσουν την εσωτερική διεργασία μέσω της οποίας παράγονται νέες λέξεις
ή νέες σημασίες σε παλιές λέξεις, κλπ. Ο χρυσός κανόνας της μάθησης είναι η
διαρκής παραβολή με κάτι άλλο.
· Η γνώση της αρχαίας
ελληνικής προσφέρει τη δυνατότητα για βαθύτερη κατανόηση των πολιτιστικών
δεσμών μεταξύ των νεότερων γλωσσών (και ιδίως των ευρωπαϊκών εντός της
περιμέτρου στην οποία ζούμε), δεδομένου ότι σημαντικός αριθμός λέξεών της
έχουν περάσει στις σύγχρονες γλώσσες με τη μορφή δανείων (μεταφέροντας μαζί και
τα παλαιά πολιτιστικά αγαθά), ενώ πολλές άλλες πλάστηκαν από τους νεότερους με
οικοδομικά υλικά της αρχαίας (αρχαιοελληνικά λεξήματα και μορφήματα), για να
ονοματίσουν τις νεότερες εφευρέσεις της επιστήμης κυρίως.
· Τα αρχαιοελληνικά κείμενα, καθεαυτά, θαυμάστηκαν και γιατί αποτελούν
εξαιρετικά πρότυπα ύφους. Και, επειδή η γραφή (όπως και όλες οι τέχνες) μόνον
με τη μίμηση προτύπων διδάσκεται, η δημιουργική συναναστροφή με αυτά μπορεί
να βοηθήσει τους μαθητές να διαμορφώσουν τον δικό τους γραπτό και προφορικό
λόγο και να αναπτύξουν πολύτιμες αρετές, όπως είναι η εκφραστική ακρίβεια, η
λιτότητα και η ευστοχία, η λογικά οργανωμένη κατασκευή των περιόδων, κλπ. Όλες
οι ευρωπαϊκές γλώσσες έτσι μαθήτευσαν στα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά, και
ανέπτυξαν τη δική τους παράδοση γραφής στον βαθμό που σήμερα θαυμάζουμε όλοι:
με τη διαρκή τριβή με τα αρχαία πρότυπα λόγου.
ΣΥΝΟΨΙΖΟΝΤΑΣ : ΟΛΑ ΤΑ
ΑΝΩΤΕΡΩ δεν είναι ΛΕΞΕΙΣ ΚΑΙ ΑΔΕΙΑ
ΣΧΗΜΑΤΑ που κληροδότησε η Ελλάδα στη Δύση, αλλά ΕΝΝΟΙΕΣ και ΣΥΛΛΗΨΕΙΣ, που όλες μαζί συνιστούν ένα σύστημα ∙ μια
ενιαία σύλληψη για τον άνθρωπο, τη φύση και το θείο, στην οποία αναγνωρίζουμε
τη σφραγίδα του «ελληνικού πνεύματος». Το παγκοσμίως μοναδικό χαρακτηριστικό
του ελληνικού πνεύματος είναι ότι: ενώ διαφοροποιείται
από τους άλλους πολιτισμούς –κινεζικό, ινδικό, μουσουλμανικό– στο σύνολο και
στα στοιχεία του, είναι το μόνο που, σε αντιδιαστολή προς όλους αυτούς, μπορεί
να γίνει κοινό νόμισμα όλων των λαών.
Το ελληνικό πνεύμα παραμένει μια ΑΞΙΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ, διότι μόνον αυτό θεμελιώνεται πάνω στον άνθρωπο καθεαυτόν (δηλαδή
στον άνθρωπο αυτοπροσδιοριζόμενο, και όχι ετεροπροσδιοριζόμενο και
κηδεμονευόμενο από υπέρτερα –θρησκευτικά προπάντων– πιστεύω, που αποκλείουν
όλους τους μη πιστούς ή μη του ιδίου δόγματος). Γι’ αυτό δεν είναι υπερβολή ο
ισχυρισμός ότι ο ελληνισμός και η ελληνικότητα αφορούν και αγγίζουν όλους τους
ανθρώπους όπου γης και αξίζει να μελετώνται, όχι για αντιγραφική μίμηση, αλλά
ως πηγή έμπνευσης για να κάνουμε καλύτερο και σοφότερο –δηλαδή ανθρωπινότερο
για όλους μας– το παρόν και το μέλλον του πλανήτη, στον οποίο όλοι
συγκατοικούμε.
(II) Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΑΠΟ
ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ
Η πολιτιστική,
επομένως, αξία και σημασία της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών δύσκολα
επιδέχεται αμφισβήτηση, καθώς ο αρχαιοελληνικός κόσμος θεμελίωσε όχι μόνον τον
νέο ελληνισμό, αλλά και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Ό,τι στοιχείο του ευρωπαϊκού
πολιτισμού έχει σήμερα οικουμενική, παγκόσμια ισχύ και ασκεί έλξη και στους
εξωευρωπαϊκούς λαούς, έχει τις ρίζες του στην ελληνική αρχαιότητα: από τη
φιλοσοφία, τον ορθό λόγο και την κριτική σκέψη και επιστήμη, ως την πόλη, την
πολιτική και τον πολιτισμό. Όσο κι αν
ισχύει όμως αυτό, υπάρχει πάντα και το ερώτημα, αν πρέπει κανείς να μάθει
υποχρεωτικά και την αρχαία γλώσσα. Επίσης πρέπει να εξεταστεί και το γιατί δεν
αρκούν οι μεταφράσεις για όλες τις χρήσεις.
Συνοπτικά, ακόμη και
οι καλύτερες μεταφράσεις δεν είναι ικανές να αποδώσουν όλες τις αποχρώσεις και
τις λεπτές διαφοροποιήσεις που καθιστούν την αρχαιοελληνική γλώσσα τόσο
ιδιαίτερη. Διότι η γλώσσα αυτή ακονίστηκε πάνω σε δύσκολες έννοιες που αγωνίστηκε
να αποδώσει, και καθοδόν απέκτησε χαρακτηριστικά με μεγάλη ερευνητική και εκπαιδευτική
αξία.
Το θαυμάζειν (απορείν) και το φιλοσοφείν.
Προπαντός τα φιλοσοφικά και τα ποιητικά κείμενα απαιτούν να συν-ακούει και να
κατανοεί κανείς, κατά το δυνατόν, και το πρωτότυπο. Άλλωστε ο χρηστομαθειακός
άλλοτε χαρακτήρας της γλωσσικής διδασκαλίας των αρχαίων Ελληνικών έχει σήμερα
αλλάξει: ήδη από τα πρώτα μαθήματα διαβάζουν οι μαθητές προτάσεις και αρχαία
κείμενα λογοτεχνικά και φιλοσοφικά, ερεθιστικά και ικανά να προκαλούν έντονες
συζητήσεις και να επιτρέπουν, με την κατάλληλη καθοδήγηση, να δει κανείς τον
κόσμο με το παρθένο βλέμμα που τον αντίκρισαν οι αρχαίοι Έλληνες. Απόρροια και αποτύπωση
αυτού του μοναδικού βλέμματος είναι η γλώσσα και η εννοιολογία, που γι’ αυτό
ακριβώς μπορούν να οδηγήσουν όποιον σκύβει απάνω τους στην αρχή κάθε
φιλοσοφικής και γνωστικής δραστηριότητας: στο θαυμάζειν. Στο άνοιγμα των
γνωστικών πόρων του νέου ανθρώπου, στη συστηματική καλλιέργεια της «άπορίας»,
της περιέργειας. Δεν είναι τυχαίο που οι μέγιστοι δυτικοί φιλόσοφοι έλεγαν πως
ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης είναι χρήσιμοι, για να μάθει κανείς όχι τα στοιχεία
της φιλοσοφίας, αλλά το φιλοσοφείν.
Πώς επιτυγχάνεται αυτό; Χάρη στον λόγο-λογική. Οι αρχαίοι
Έλληνες ήταν οι πρώτοι που εντόπισαν την ουσία του ανθρώπου στη γλώσσα και στον
λόγο, ή μάλλον στη γλώσσα ως λόγο (language as discourse). Η γλώσσα ήταν γι᾽
αυτούς και προϋπόθεση και συνέπεια της χρήσης του λόγου, της «λογικής» και της
νόησης. Και η γλώσσα, ως λόγος που διακρίνει το αγαθό από το κακό, είναι με τη
σειρά της όρος δυνατότητας για την ύπαρξη της πόλεως και της πολιτικής
κοινωνίας, η οποία είναι με τη σειρά της όρος του «πολιτισμού» και της επιστήμης.
Αν αναλογιστεί κανείς ότι στα λατινικά η αριστοτελική «κοινωνία πολιτική» αποδόθηκε
ως societas civilis, και αν αναζητήσει τους αντίστοιχους όρους με ελληνικές και
λατινικές ρίζες σε όλες τις σύγχρονες ευρωπαϊκές γλώσσες, μπορεί να έχει μιαν
ιδέα, για το πώς κινδυνεύει να χάσει τον σύνδεσμο με τη βαθύτερη ουσία των
πραγμάτων, όποιος αγνοεί στοιχειωδώς την αρχαία ελληνική γλώσσα.
Λόγος-μουσική. Αλλά η σχέση των αρχαίων Ελλήνων με τη γλώσσα τους
δεν περιοριζόταν μόνο στη «λογική», νοητική-νοηματική, γραμματική και
συντακτική της διάσταση και δομή. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν και μια έντονη συγκινησιακή
σχέση με τη γλώσσα τους, που η ρίζα της βρισκόταν πρωταρχικά στην ηχητική,
«μουσική» της διάσταση. Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι το γεγονός ότι η παιδεία
στα αρχαία ελληνικά λέγεται και μουσική. Με αυτήν την ακροαματική-μουσική
διάσταση των αρχαίων Ελληνικών συνδέεται και η επινόηση και των λογοτεχνικών
γενών και ειδών αλλά και της πολιτικής σημασίας της ρητορικής στην αρχαία
ελληνική δημοκρατία. Σε όποιον λοιπόν καταγίνεται και μαθαίνει την αρχαία
ελληνική στο πρωτότυπο, επιφυλάσσεται η δυνατότητα να κατανοήσει βαθύτερα –
στην υπόλοιπη ζωή του με την συνακόλουθη ωριμότητα– ό,τι μόνον ως σπόρο γνώρισε
στη σχολική του αρχαιομάθεια: τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, και μέσω αυτού και
τον ίδιο του τον εαυτό, ως ζῴον λόγον
έχον.
Είμαι απόλυτα σύμφωνη με τις απόψεις του Καθηγητή για την αξία της διδασκαλίας της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας στην Εκπαίδευση
ΑπάντησηΔιαγραφή